Ρήματα στην Εσπεράντο
Τα ρήματα στην Εσπεράντο δεν κλίνονται, δηλαδή διατηρούν την ίδια κατάληξη για όλα τα πρόσωπα και τους αριθμούς. Το πρόσωπο και τον αριθμό της πρότασης τον καθορίζει το υποκείμενο. Η κατάληξη καθορίζει το χρόνο της ενέργειας ή της κατάστασης που εκφράζει το ρήμα.
Andreas Zervas
4 min read


Κλίση των ρημάτων
Στην Εσπεράντο (αντίθετα με τα Ελληνικά) τα ρήματα δεν κλίνονται. Παραμένουν σταθερά για όλα τα πρόσωπα και τους τον αριθμούς — δηλαδή η ίδια κατάληξη ρήματος ισχύει για όλα τα πρόσωπα. Τα ρήματα είναι απόλυτα τακτικά, δεν υπάρχουν εξαιρέσεις.
Το πρόσωπο και ο αριθμός δηλώνονται από το υποκείμενο της πρότασης. Για το λόγο αυτό, το υποκείμενο μπορεί να παραληφθεί μόνο σε περιπτώσεις που είναι εντελώς ξεκάθαρο ποιό είναι το πρόσωπο - υποκείμενο της πρότασης.
Ρηματικοί τύποι
Υπάρχουν 6 ρηματικοί τύποι, οι οποίοι καθορίζονται από αντίστοιχες καταλήξεις. Είναι οι εξής:
Οριστική (Indikativo), χρόνοι:
-as → ενεστώτας (mi parolas = μιλώ),
-is → παρελθοντικός (mi parolis = μίλησα),
-os → μέλλοντας (mi parolos = θα μιλήσω)
Βουλητική (Προστακτική, Υποτακτική, Ευκτική) (Volitivo)
-u → lernu! = μάθε!
Υποθετική (Kondicionalo)
-us→ mi dezirus = θα ήθελα
Απαρέμφατο (Infinitivo)
-i → paroli = να μιλήσω
Η Οριστική φωνή
Η οριστική έγκλιση (indikativo) χρησιμοποιείται για να δηλώσει πραγματικές και αντικειμενικές πράξεις ή καταστάσεις.
Στην οριστική έγκλιση, γίνεται διάκριση ανάμεσα σε τρεις χρόνους:
Ενεστώτας (prezenco): δηλώνει κάτι που συμβαίνει τώρα ή γενικά ισχύει.
Παρελθοντικός (preterito): δηλώνει κάτι που συνέβη στο παρελθόν.
Μέλλοντας (futuro): δηλώνει κάτι που θα συμβεί στο μέλλον.
Η διάρκεια της ενέργειας που καθορίζει το ρήμα περιγράφεται με διαφορετικούς τρόπους όπως θα δούμε αργότερα, κυρίως στο κεφάλαιο Σύνθετοι χρόνοι Ρημάτων.
Ενεστώτας
Ένα ρήμα σε ενεστώτα, δηλαδή με κατάληξη -as, δείχνει ότι η πράξη ή η κατάσταση είναι πραγματική, ισχύει αυτή τη στιγμή ή συμβαίνει συνήθως, ή ότι κάτι ισχύει γενικά.
laboras = η πράξη “δουλεύω” έχει ξεκινήσει αλλά δεν έχει ολοκληρωθεί
estas = η κατάσταση “είμαι” ξεκίνησε αλλά συνεχίζεται
Το πρόσωπο και ο αριθμός δεν αλλάζουν τη μορφή του ρήματος. Η κατάληξη παραμένει σταθερή. Η κατάληξη του ενεστώτα είναι -as:
mi venas, έρχομαι
vi venas, έρχεσαι / έρχεστε
li venas, αυτος έρχεται
ŝi venas, αυτή έρχεται
ĝi venas, αυτό έρχεται
ni venas, ερχόμαστε
ili venas, έρχεστε
Παραδείγματα:
Mi sidas sur seĝo. Κάθομαι πάνω σε καρέκλα.
→ Το κάθισμα στην καρέκλα είναι πραγματικό και συμβαίνει τώρα.Mi estas advokato. Είμαι δικηγόρος.
→ Το επάγγελμα ισχύει πραγματικά στο παρόν.Kvar kaj dek ok faras dudek du. Τέσσερα και δεκαοκτώ κάνουν είκοσι δύο.
→ Πρόκειται για μια διαχρονική αλήθεια.Nun mi legas. Τώρα διαβάζω.
→ Η ανάγνωση γίνεται αυτή τη στιγμή.Hodiaŭ mi studas Esperanton. Σήμερα μελετώ Εσπεράντο.
→ Ίσως να μην μελετάς ακριβώς τη στιγμή που μιλάς, αλλά έχεις ξεκινήσει τη μελέτη και δεν την έχεις τελειώσει ακόμα.En la vintro oni hejtas la fornojn. Τον χειμώνα ζεσταίνουν τις σόμπες.
→ Κάτι που συμβαίνει κάθε χειμώνα — στο παρελθόν και στο μέλλον.Mi loĝas ĉi tie tri jarojn. Μένω εδώ τρία χρόνια.
→ Η διαμονή έχει ήδη διαρκέσει τρία χρόνια και συνεχίζεται.
Αφηγηματική χρήση του ενεστώτα
Μερικές φορές σε αφηγήσεις, χρησιμοποιείται ο ενεστώτας χρόνος -as για να αποδοθεί ο χρόνος της ιστορίας, δηλαδή η φάση που έχει φτάσει η αφήγηση. Αυτή η τεχνική προσδίδει ζωντάνια:
Ne suspektante ion li iradis tra la arbaro. Subite eksonas pafo. Χωρίς να υποψιάζεται τίποτα, περπατούσε στο δάσος. Ξαφνικά ακούγεται ένας πυροβολισμός.
→ Πρώτα χρησιμοποιείται ο αόριστος (preterito), αλλά στη συνέχεια ο αφηγητής περνά στον ενεστώτα (prezenco) για να μεταδώσει στον ακροατή ή αναγνώστη την αίσθηση του "παρόντος", σαν να συμβαίνει μπροστά του.
Παρελθοντικός
Ένα ρήμα σε παρελθοντικό (αόριστο / παρατατικό) χρόνο (preterito), δηλαδή με κατάληξη -is, δείχνει ότι η ενέργεια ή η κατάσταση είναι πραγματική, αλλά συνέβη σε κάποια στιγμή πριν από τη στιγμή της ομιλίας. Κανονικά η ενέργεια ή η κατάσταση έχει ήδη ολοκληρωθεί.
laboris = η πράξη “δούλευα” συνέβη στο παρελθόν
estis = η κατάσταση “ήμουν” συνέβη πιο πριν από τώρα
Στον παρωχημένο χρόνο περιλαμβάνονται όλοι οι γνωστοί χρόνοι της Ελληνικής. Η κατάληξη του παρελθοντικού χρόνου είναι -is, ίδια για όλα τα πρόσωπα και τους αριθμούς:
mi venis, ερχόμουν
vi venis, ερχόσουν / ερχόσαστε
li venis, αυτος ερχόταν
ŝi venis, αυτή ερχόταν
ĝi venis, αυτό ερχόταν
ni venis, ερχόμασταν
ili venis, έρχόσασταν
Παραδείγματα:
Mi sidis tiam sur seĝo. Καθόμουν τότε σε καρέκλα.
→ Το κάθισμα έγινε στο παρελθόν.Mi estis knabo. Ήμουν αγόρι.
→ Η κατάσταση ίσχυε στο παρελθόν.Hieraŭ mi renkontis vian filon, kaj li ĝentile salutis min. Χθες συνάντησα τον γιο σας και με χαιρέτησε ευγενικά.
Mi loĝis ĉi tie tri jarojn. Έμενα εδώ για τρία χρόνια.
→ Η διαμονή διήρκεσε τρία χρόνια, αλλά πλέον δεν συνεχίζεται.
Λεπτές αποχρώσεις του παρελθόντος
Αν θέλουμε να δείξουμε λεπτές αποχρώσεις του παρελθόντος, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε πρόσθετες λέξεις, αλλά και σύνθετους ρηματικούς τύπους. Σχεδόν πάντα όμως, ο απλός παρελθοντικός χρόνος αρκεί.
⚠️ Συχνό λάθος
Μερικές φορές βλέπουμε τύπους σε -is για να δείξουμε κάτι που θα ολοκληρωθεί στο μέλλον. Αυτό είναι λάθος.
❌ Mi venos al vi, kiam mi finis mian taskon. (Θα έρθω σε σένα όταν τελείωσα το καθήκον μου.)
✅ Πρέπει να πούμε:
Mi venos al vi, (post) kiam mi finos mian taskon. Θα έρθω σε σένα όταν τελειώσω το καθήκον μου.
ή
Mi venos al vi, kiam mi estos fininta mian taskon. Θα έρθω σε σένα όταν θα έχω ολοκληρώσει το καθήκον μου.
Μέλλοντας
Ένα ρήμα σε μέλλοντα χρόνο (futuro), δηλαδή με κατάληξη -os, δείχνει ότι η ενέργεια ή η κατάσταση δεν έχει ακόμα ξεκινήσει τη στιγμή που μιλάμε. Φυσικά το μέλλον είναι πάντα αβέβαιο, αλλά ο μέλλοντας δείχνει ότι ο ομιλητής πιστεύει πως το γεγονός όντως θα συμβεί.
laboros = η ενέργεια “θα εργαστώ” δεν ξεκίνησε ακόμα, αλλά προβλέπεται να ξεκινήσει
estos = η κατάσταση “θα είμαι” δεν έχει ξεκινήσει ακόμη, αλλά αναμένεται να πραγματοποιηθεί
Η κατάληξη του μέλλοντα χρόνου είναι -os για όλα τα πρόσωπα και τους αριθμούς:
mi venos, θα έρχομαι
vi venos, θα έρχεσαι / θα έρχεστε
li venos, αυτος θα έρχεται
ŝi venos, αυτή θα έρχεται
ĝi venos, αυτό θα έρχεται
ni venos, θα ερχόμαστε
ili venos, θα έρχεστε → σε όλες τις περιπτώσεις ίδια κατάληξη.
Παραδείγματα:
Mi sidos poste sur seĝo. Θα καθίσω αργότερα σε καρέκλα.
→ Το κάθισμα θα γίνει μελλοντικά.Mi estos riĉulo. Θα είμαι πλούσιος.
→ Η κατάσταση θα πραγματοποιηθεί στο μέλλον.Mi rakontos al vi historion. Θα σου διηγηθώ μια ιστορία.
→ Η αφήγηση δεν έχει ξεκινήσει ακόμη.Morgaŭ estos dimanĉo. Αύριο θα είναι Κυριακή.
Mi loĝos ĉi tie tri jarojn. Θα κατοικήσω εδώ για τρία χρόνια.
→ Η διαμονή δεν έχει ξεκινήσει ακόμη, αλλά όταν αρχίσει, θα διαρκέσει τρία χρόνια.
Βουλητική (Προστακτική, Υποτακτική, Ευκτική)
H Βουλητική έγκλιση (volitivo) δημιουργείται με την κατάληξη -u και αντιστοιχεί στις:
Προστακτική,
Υποτακτική και
Ευκτική των ρημάτων .
Το ρήμα με κατάληξη -u εκφράζει μια ενέργεια ή κατάσταση όχι πραγματική, αλλά επιθυμητή, ζητούμενη, διατασσόμενη ή στοχευόμενη. Η βουλητική έγκλιση δεν δείχνει χρόνο, αλλά συνήθως αναφέρεται στο μέλλον:
laboru = η ενέργεια "να εργαστεί" είναι επιθυμητή, ζητούμενη, διαταγμένη ή στοχευμένη
estu = η κατάσταση "να είναι" είναι επιθυμητή, ζητούμενη, διαταγμένη ή στοχευμένη
Όπως και στις άλλες μορφές ρημάτων, είναι ίδια σε όλα τα πρόσωπα και αριθμούς.
Παραδείγματα:
Sidu sur seĝo! Κάθισε στην καρέκλα!
→ Διαταγή ή αίτημα.Estu viro! Να είσαι άντρας!
→ Διαταγή ή αίτημα.Ludoviko, donu al mi panon. Λουδοβίκε, δώσε μου ψωμί.
Ni legu la unuan ĉapitron. Ας διαβάσουμε το πρώτο κεφάλαιο.
→ Έκφραση επιθυμίας.Ĉu ni iru al la dancejo? Να πάμε στη ντισκοτέκ;
→ Ερώτηση για πρόθεση. Συνήθως πρόκειται για ευγενική πρόταση. Συγκρίνεται με τις ευγενικές αιτήσεις παρακάτω.
Παράλειψη του υποκειμένου
Στη βουλητική έγκλιση, συχνά παραλείπεται το υποκείμενο "vi" (εσύ), εφόσον είναι αυτονόητο:
Venu tuj! = Έλα αμέσως! (αντί για Vi venu tuj!)
‼️ Η παράλειψη αυτή επιτρέπεται μόνο στην κύρια πρόταση, όχι σε δευτερεύουσα.
Δευτερεύουσες προτάσεις
Η βουλητική χρησιμοποιείται σε προτάσεις με ke, όταν η κύρια πρόταση δείχνει θέληση, στόχο, γνώμη κ.ά.:
Mi volas, ke vi laboru. Θέλω να δουλέψεις.
Li petas, ke mi estu atenta. Ζητά να είμαι προσεκτικός.
Estas necese, ke ni nun unu fojon por ĉiam faru finon al tiu ĉi stato. Είναι απαραίτητο να βάλουμε οριστικό τέλος σ’ αυτή την κατάσταση.
Ευγενική αίτηση
Για πιο ευγενική έκφραση της επιθυμίας μας, χρησιμοποιούμε bonvolu + απαρέμφατο (infinitivo):
Bonvolu sidi ĉi tie! Παρακαλώ καθίστε εδώ!
Bonvolu fermi tiun ĉi fenestron! Παρακαλώ κλείστε αυτό το παράθυρο!
👉 Μπορούμε να προσθέσουμε και άλλες ευγενικές εκφράσεις όπως mi petas (παρακαλώ).
Λανθασμένη χρήση
‼️ Μην χρησιμοποιείτε διπλή U-μορφή (δηλαδή μην πείτε Bonvolu sidu...) → αυτό είναι λανθασμένο.
Επίρρημα + -u
Μερικοί χρησιμοποιούν τη μορφή bonvole + U, π.χ.:
Bonvole sidu ĉi tie! Παρακαλώ καθίστε εδώ!
Ευγενική μορφή, αρκετά λογική, αλλά όχι συνηθισμένη ή παραδοσιακή στη χρήση.
Υποθετική Έγκλιση
Η υποθετική έγκλιση (kondicionalo) σχηματίζεται με την κατάληξη -us. Χρησιμοποιείται για μη πραγματικές, φανταστικές ή υποθετικές ενέργειες και καταστάσεις. Η μορφή -us δεν δείχνει χρόνο, αλλά μόνο φαντασιακή ή δυνητική πράξη ή κατάσταση:
laborus = το ρήμα να εργαζόμουν εκφράζει μια υποθετική ή φανταστική ενέργεια
estus = το ρήμα να ήμουν εκφράζει μια φανταστική κατάσταση
Παραδείγματα:
Se mi estus riĉa, mi ne laborus. Αν ήμουν πλούσιος, δεν θα εργαζόμουν.
→ Πρόκειται για υποθετική κατάσταση και ενέργεια.Se mi estus sana, mi estus feliĉa. Αν ήμουν υγιής, θα ήμουν ευτυχισμένος.
Se mi nur loĝus en palaco! Αν μόνο ζούσα σε παλάτι!
→ Η επιθυμία είναι φανταστική και αδύνατη.Mi ne farus la eraron, se li antaŭe dirus al mi la veron. Δεν θα έκανα το λάθος, αν εκείνος μου έλεγε την αλήθεια από πριν.
→ Και τα δύο ρήματα δείχνουν φανταστικές ενέργειες, μάλλον στο παρελθόν.
👉 Εάν θέλουμε να δείξουμε ξεκάθαρα ότι κάτι αφορά το παρελθόν, μπορούμε να πούμε:
Mi ne farus la eraron, se li estus dirinta la veron. Δεν θα έκανα το λάθος, αν εκείνος είχε πει την αλήθεια.
Ευγενικά αιτήματα ή επιθυμίες
Η υποθετική έγκλιση χρησιμοποιείται επίσης για πιο ήπιες και ευγενικές εκφράσεις επιθυμιών ή αιτημάτων:
Mi dezirus aĉeti kelkajn aferojn. Θα ήθελα να αγοράσω μερικά πράγματα.
Ĉu mi povus havi la skribilon? Θα μπορούσα να έχω το στυλό;
Ĉu vi bonvolus paroli iom pli silente? Θα θέλατε να μιλάτε λίγο πιο σιγά;
Με τη λέξη se (αν)
Το -us συχνά χρησιμοποιείται μαζί με τη λέξη se (αν), που δηλώνει προϋπόθεση. Όμως se δεν απαιτεί πάντοτε το -us. Όλα εξαρτώνται από το νόημα:
Se li estus ĉi tie, li certe mirus pri la malordo. Αν ήταν εδώ, σίγουρα θα απορούσε με την ακαταστασία.
→ Ξέρουμε ότι δεν είναι εδώ – πρόκειται για φανταστική κατάσταση → -us.Se li estas ĉi tie, li certe miras pri la malordo. Αν είναι εδώ, σίγουρα απορεί με την ακαταστασία.
→ Δεν ξέρουμε αν είναι εδώ – είναι πραγματική πιθανότητα → -as.
Προβλεπόμενες ενέργειες στο παρελθόν
Σε μερικές γλώσσες, η υποθετική μορφή χρησιμοποιείται για κάτι που ήταν προγραμματισμένο ή προβλεπόμενο. Στην Εσπεράντο αυτό εκφράζεται με σύνθετη μορφή: estis ...onta ή estis ...ota:
Li diris, ke li estus veninta pli frue.
→ Δεν είναι σωστό. Στην Εσπεράντο θα λέγαμε:
Li diris, ke li estis venonta pli frue.
Είπε ότι επρόκειτο να έρθει νωρίτερα.
Περισσότερα για αυτό το θέμα δες εδώ:
Απαρέμφατο
Το απαρέμφατο (infinitivo) είναι η μορφή του ρήματος που τελειώνει σε -i. Ονομάζει μια δράση ή κατάσταση, αλλά δεν δείχνει:
αν είναι πραγματική ή φανταστική
αν δηλώνει θέληση
ούτε χρόνο
Είναι η βασική μορφή του ρήματος — έτσι εμφανίζεται στα λεξικά (όπως το "εργάζομαι", "είμαι", "τρώω").
Παραδείγματα:
lern-i = να μαθαίνω -εις -ει
labori = να εργάζομαι
esti = να είμαι
demandi = να ρωτώ
iri = να πηγαίνω
vidi = να βλέπω
trinki = να πίνω
scii = να γνωρίζω
havi = να έχω
Ρόλοι μέσα σε πρόταση
Το απαρέμφατο μπορεί να έχει ρόλους ουσιαστικού μέσα σε πρόταση:
ως υποκείμενο, αντικείμενο, ή προσδιορισμός.
Παραδείγματα:
Morti pro la patrujo estas agrable. Το να πεθαίνεις για την πατρίδα είναι ευχάριστο.
Malbonaj infanoj amas turmenti bestojn. Τα κακά παιδιά αγαπούν να βασανίζουν τα ζώα.
Kiu kuraĝas rajdi sur leono? Ποιος τολμά να ιππεύσει λιοντάρι;
Unu fajrero sufiĉas por eksplodigi pulvon. Μία σπίθα αρκεί για να εκραγεί η πυρίτιδα.
Τι δεν κάνει:
Δεν παίρνει καταλήξεις -n (αιτιατική) ή -j (πληθυντικό).
Δεν έχει δικό του γραμματικό υποκείμενο:
Δεν λέμε mi manĝi, la knabino esti.Όμως, υπάρχει συχνά νοητό υποκείμενο που καταλαβαίνουμε από τα συμφραζόμενα.
Yπονοούμενο υποκείμενο:
Mi ĝojas vin vidi! Χαίρομαι που σε βλέπω! (= Χαίρομαι, ότι εγώ σε βλέπω)
Mi vidis la knabon kuri. Είδα το αγόρι να τρέχει. (= Είδα, ότι το αγόρι τρέχει)
Απαρέμφατο ως υποκείμενο
Το απαρέμφατο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υποκείμενο της πρότασης, κυρίως όταν θέλουμε να πούμε πώς είναι μια ενέργεια (π.χ. εύκολη, δύσκολη, επικίνδυνη κλπ).
Συνήθως, το ρήμα της πρότασης είναι κάποια μορφή του esti (είμαι).
Παράδείγματα:
Resti kun leono estas danĝere. Να μείνεις με λιοντάρι είναι επικίνδυνο.
➡ Αυτό που είναι επικίνδυνο είναι η ενέργεια resti kun leono.
Η λέξη danĝere είναι επιρρηματικό κατηγορούμενο και παίρνει κατάληξη -e, γιατί προσδιορίζει ρήμα (την ενέργεια του resti).Kritiki estas facile, fari [estas] malfacile. Η κριτική είναι εύκολη, η πράξη είναι δύσκολη.
(Κυριολεκτικά: Να κριτικάρεις είναι εύκολο, να πράξεις είναι δύσκολο.)➡ Το kritiki και το fari λειτουργούν ως υποκείμενα.
➡ Το facile kaj malfacile περιγράφουν τις ενέργειες αυτές και παίρνουν κατάληξη -e.
Ταυτοπροσωπία
Το απαρέμφατο χρησιμοποιείται συχνά μαζί με ένα κύριο ρήμα, από το οποίο εξαρτάται η σημασία του:
Παραδείγματα:
Mi povas kuri. Μπορώ να τρέξω.
Li volis veni. Ήθελε να έρθει.
Ili devis cedi. Έπρεπε να υποχωρήσουν.
En varmega tago mi amas promeni en arbaro. Τις πολύ ζεστές μέρες μου αρέσει να περπατώ στο δάσος.
≈ amas promenon (αγαπώ τον περίπατο)Ŝi komencis senti doloron kaj rigidiĝon. Άρχισε να νιώθει πόνο και ακαμψία.
≈ komencis sentadon de doloroLi ŝajnis subite kompreni.
Φαινόταν ξαφνικά να καταλαβαίνει.
➤ Το kompreni είναι κατηγορούμενο του li.Nun ili ĉiuj iris dormi. Τώρα όλοι πήγαν να κοιμηθούν.
➤ Εδώ, το απαρέμφατο λειτουργεί ως προσδιορισμός σκοπού. Το por υπονοείται και παραλείπεται.Ŝi tuj kuris bati ŝin. Έτρεξε αμέσως να τη χτυπήσει.
≈ kuris por bati ŝinKaj vi ne hontas fanfaroni per ĉi tio? Και δεν ντρέπεσαι να καυχιέσαι γι’ αυτό;
≈ hontas pri fanfaronadoFeliĉe mi sukcesis ekbruligi la fajron. Ευτυχώς κατάφερα να ανάψω τη φωτιά.
≈ sukcesis pri ekbruligado
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι το ίδιο με το υποκείμενο του κύριου ρήματος.
Ετεροπροσωπία
Αλλά σε άλλες περιπτώσεις, το απαρέμφατο έχει διαφορετικό υποκείμενο από το ρήμα της κύριας πρότασης. Αυτό συμβαίνει όταν το κύριο ρήμα δηλώνει επιρροή ή εντολή προς άλλο πρόσωπο. Τέτοια ρήματα είναι:
(mal)permesi = επιτρέπω, απαγορεύω
ordoni = διατάζω
doni = δίνω
destini = προορίζω
peti = ρωτώ
instrui = διδάσκω
devigi = αναγκάζω
inviti = προσκαλώ
sendi = στέλνω
(mal)konsili = συμβουλεύω, συμβουλεύω κατά
komandi = διοικώ
konvinki = πείθω
persvadi = παροτρύνω, ενθαρρύνω
memorigi = υπενθυμίζω
(mal)rekomendi = προτείνω, συστήνω κατά
Παραδείγματα:
Mi malpermesis al li fari tion. Του απαγόρευσα να το κάνει.
➤ Υποκείμενο του fari είναι li.Ili ordonis al mi veni antaŭ la vesperiĝo. Μου διέταξαν να έρθω πριν το σούρουπο.
➤ Υποκείμενο του veni είμαι εγώ.La reĝo Aĥaŝveroŝ ordonis venigi al li la reĝinon Vaŝti. Ο βασιλιάς Ασουήρης διέταξε να του φέρουν τη βασίλισσα Βαστη.
➤ Υποκείμενο του venigi είναι εκείνοι στους οποίους απευθύνθηκε, αν και δεν αναφέρονται ρητά.Mi petas vin trinki. Σε παρακαλώ να πιεις.
= Mi petas vin, ke vi trinku.
⚠ Η λέξη promesi (υπόσχομαι) δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία:
Mi promesis al li veni al la festo. Του υποσχέθηκα να έρθω στο πάρτι.
➤ Το υποκείμενο του veni είμαι εγώ, όχι li.
Τέλος, όταν το κύριο ρήμα είναι vidi, aŭdi, senti, imagi κ.ά., τότε το απαρέμφατο λειτουργεί ως κατηγορούμενο του αντικειμένου:
Mi vidis la knabon kuri. Είδα το αγόρι να τρέχει.
➤ Υποκείμενο του kuri είναι το la knabon.
≈ Mi vidis, ke la knabo kuras.Mi hodiaŭ matene vidis danci miajn knabinojn. Σήμερα το πρωί είδα τις κόρες μου να χορεύουν.
➤ danci αναφέρεται στις miajn knabinojn, που είναι το αντικείμενο του vidis.
Απαρέμφατο ως μεταθετικό συμπλήρωμα
Το απαρέμφατο μπορεί να λειτουργήσει ως μεταθετικό συμπλήρωμα ουσιαστικού ή επιθέτου (συνήθως ενεργητικού χαρακτήρα).
Παραδείγματα:
Forte min doloras la nepovado helpi vin sur via malfacila vojo. Με πονάει βαθιά η αδυναμία να σε βοηθήσω στον δύσκολο δρόμο σου.
≈ ke mi ne povas helpi vin... (ότι δεν μπορώ να σε βοηθήσω)Mi ricevas grandan deziron edziĝi. Νιώθω έντονη επιθυμία να παντρευτώ.
≈ Mi ekdeziregas edziĝi. (Αρχίζω να επιθυμώ να παντρευτώ)Lia propono elekti novan prezidanton ne estis akceptita. Η πρότασή του να εκλεγεί νέος πρόεδρος δεν έγινε αποδεκτή.
Vi havis nenian rajton paroli al mi en tia maniero. Δεν είχες κανένα δικαίωμα να μου μιλάς έτσι.
Ŝi ricevis la taskon trovi trinkaĵon.
Έλαβε την αποστολή να βρει ένα ποτό.
≈ ...la taskon, ke ŝi trovu trinkaĵon. (την αποστολή να το κάνει εκείνη)Mi estas kapabla instrui nur la francan lingvon. Είμαι ικανός να διδάξω μόνο τη γαλλική γλώσσα.
≈ kapablas instrui... (ρήμα αντί για περιφραστικό)Mi estas preta iri por vi piede al la fino de la mondo. Είμαι έτοιμος να πάω για σένα με τα πόδια ως την άκρη του κόσμου.
Απαρέμφατο με προθέσεις
Κανονικά δεν δηλώνεται ο γραμματικός ρόλος του απαρεμφάτου, αλλά αφήνεται να εννοηθεί από τα συμφραζόμενα. Ωστόσο, μερικές φορές είναι απαραίτητο να φανεί ο ρόλος του με τη χρήση προθέσεων. Από όλες τις προθέσεις, μόνο οι “por” (για να), “anstataŭ” (αντί να) και “krom” (εκτός από το να) γίνονται παραδοσιακά αποδεκτές μπροστά από απαρέμφατο. Η πρόθεση “sen” (χωρίς να) όμως γίνεται όλο και πιο συνηθισμένη.
Παραδείγματα:
Ni ĉiuj kunvenis, por priparoli tre gravan aferon. Μαζευτήκαμε όλοι για να συζητήσουμε ένα πολύ σοβαρό θέμα.
➤ Χρησιμοποιούμε por + απαρέμφατο κυρίως όταν το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι το ίδιο με το υποκείμενο του ρήματος (ταυτοπροσωπία).
Αν τα υποκείμενα είναι διαφορετικά (ετεροπροσωπία), συνήθως το απαρέμφατο χρησιμοποιείται χωρίς πρόθεση:
Ŝi invitis min trinki kafon. Με προσκάλεσε να πιω καφέ.
≈ ...por ke mi trinku kafon.Ωστόσο, μετά από ρήματα κίνησης όπως iri kaj kuri, προτιμάμε απαρέμφατο χωρίς por, ακόμα και αν τα δύο υποκείμενα συμπίπτουν:
Mi iros ripozi. = Θα πάω να ξεκουραστώ.
≈ ...por ripozi.
Απαρέμφατο ως συμπλήρωμα ουσιαστικού
Αν το απαρέμφατο είναι συμπλήρωμα ουσιαστικού, τότε χρησιμοποιούμε το por ανεξαρτήτως του υποκειμένου:
Ĉi tie ne ekzistas akvo por trinki. Δεν υπάρχει εδώ νερό για να πιει κανείς.
≈ trinkebla / trinkota akvoEn la domo estas jam nenio por manĝi. Στο σπίτι δεν υπάρχει πια τίποτα για να φάει κανείς.
La aliaj anasoj preferis naĝadi en la kanaloj, anstataŭ viziti ŝin. Οι άλλες πάπιες προτιμούσαν να κολυμπούν στα κανάλια, αντί να την επισκεφθούν.
Vi nenion povas fari krom kunbati viajn dentojn. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, εκτός από το να χτυπάς τα δόντια σου.
Ne ekzistas alia bono por la homo, krom manĝi kaj trinki. Δεν υπάρχει άλλο καλό για τον άνθρωπο, εκτός από το να τρώει και να πίνει.
Tion mi ne povus fari sen detrui mian reputacion. Αυτό δεν θα μπορούσα να το κάνω χωρίς να καταστρέψω τη φήμη μου.
≈ sen detruo de mia reputacio / ne detruante mian reputacion.Sen manĝi kaj trinki oni ne povas vivi. Χωρίς φαγητό και ποτό, δεν μπορεί κανείς να ζήσει.
≈ Sen manĝado kaj trinkado...
“antaŭ” + απαρέμφατο
Ανάμεσα στην πρόθεση antaŭ και το απαρέμφατο, παρεμβάλλουμε τη λέξη “ol” για να συγκρίνουμε με γεγονός που έπεται:
Oni devas iri longan distancon, antaŭ ol veni al la rivero. Πρέπει να διανύσεις μεγάλη απόσταση, πριν να φτάσεις στο ποτάμι.
≈ antaŭ ol oni venas...Antaŭ ol foriri, li ŝlosis la pordon.
Πριν φύγει, κλείδωσε την πόρτα.
≈ antaŭ ol li foriris...
Άλλες προθέσεις
Η χρήση άλλων προθέσεων μπροστά από απαρέμφατο δεν είναι γραμματικά λανθασμένη, αλλά θεωρείται ασυνήθιστη και ενδέχεται να προκαλέσει παρερμηνείες.
Απαρέμφατο ως κατηγόρημα
Κάποιες φορές συναντάμε προτάσεις ή δευτερεύουσες προτάσεις, στις οποίες το μόνο ρήμα είναι απαρέμφατο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το απαρέμφατο έχει σημασία παρόμοια με προστακτική ή με εκφράσεις που δηλώνουν δυνατότητα ή επιθυμία (π.χ. μπορώ / θέλω / πρέπει να).
Παραδείγματα:
Grandega hundo metis sur min sian antaŭan piedegon, kaj mi de teruro ne sciis, kion fari. Ένα τεράστιο σκυλί έβαλε πάνω μου το μπροστινό του πόδι, και από τον τρόμο δεν ήξερα τι να κάνω.
≈ ...kion mi faru (τι να κάνω εγώ)Mi efektive jam ne scias, kiel ĝin klarigi. Πραγματικά δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω.
≈ ...kiel mi ĝin klariguIli ne havas, kion manĝi, ili ne havas, per kio hejti la fornon. Δεν έχουν τι να φάνε, δεν έχουν με τι να ζεστάνουν τον φούρνο.
≈ ...kion ili povus manĝi, ...per kio ili povus hejtiMi havis tiam apud mia domo foson, kiu, se preni la plej malmulte, havis almenaŭ ok futojn da larĝeco. Εκείνη την εποχή είχα δίπλα στο σπίτι μου ένα χαντάκι, που, αν πάρουμε το ελάχιστο, είχε τουλάχιστον οκτώ πόδια πλάτος.
≈ ...se oni prenu la plej malmulte (αν υπολογίσουμε το ελάχιστο)Ĉu esti aŭ ne esti, — tiel staras nun la demando. Να ζει κανείς ή να μη ζει — ιδού το ερώτημα.
≈ Ĉu mi estu aŭ ne estu...Kion fari? Τι να κάνουμε; / Τι να κάνει κανείς;
≈ Kion oni / mi / vi faru?
Απαρέμφατο αντί προστακτικής
Μερικές φορές χρησιμοποιείται το απαρέμφατο αντί για προστακτική έγκλιση (volitivo). Σε αυτή την περίπτωση, η προσταγή αποκτά μια ουδέτερη χροιά — ούτε ευγενική, ούτε απότομη, αλλά περισσότερο σαν απλή διαπίστωση.
Nur prunti, sed ne restigi al si! Να δανείζεσαι μόνο, όχι να τα κρατάς για σένα!
≈ Oni povas nur prunti... (Μπορεί κανείς μόνο να δανείζεται…)Η πρόθεση του ομιλητή παρουσιάζεται σαν αντικειμενικό γεγονός, όχι σαν ρητή εντολή.
Por landoj ne menciitaj en la listo sin turni al LF-KOOP, Svislando.
Για τις χώρες που δεν αναφέρονται στη λίστα, να απευθύνεστε στη LF-KOOP, Ελβετία.➤ Εδώ πρόκειται για απλή οδηγία παρουσιασμένη σαν αντικειμενική δήλωση: "έτσι πρέπει να γίνει".
Απαρέμφατα και ρηματικά ουσιαστικά
Τα απαρέμφατα και τα ρηματικά ουσιαστικά (δηλαδή: ουσιαστικά που εκφράζουν δράση) μοιάζουν μεταξύ τους, αλλά υπάρχει μια βασική διαφορά:
Το απαρέμφατο έχει πάντα ένα νοητό υποκείμενο, που συνήθως είναι το ίδιο με το υποκείμενο του κύριου ρήματος της πρότασης.
Το ρηματικό ουσιαστικό είναι ανεξάρτητο από το ποιος κάνει τη δράση. Δηλώνει απλώς το γεγονός της ενέργειας, χωρίς να προσδιορίζει ποιος την εκτελεί.
Για αυτό τον λόγο, η σημασία μιας πρότασης μπορεί να αλλάξει, αν αντικαταστήσουμε ένα απαρέμφατο με ένα ρηματικό ουσιαστικό:
Παραδείγματα:
Malbonaj infanoj amas turmenti bestojn. Κακά παιδιά αγαπούν να βασανίζουν ζώα.
➤ Εδώ είναι σαφές ότι τα ίδια τα παιδιά βασανίζουν τα ζώα.Malbonaj infanoj amas turmentadon de bestoj. Κακά παιδιά αγαπούν τον βασανισμό των ζώων.
➤ Δεν είναι σαφές ποιος βασανίζει — μπορεί να είναι τα ίδια τα παιδιά, αλλά μπορεί να είναι και κάποιος άλλος.
Mi promesis amuziĝi. Υποσχέθηκα να διασκεδάσω.
➤ Είναι σαφές ότι εγώ θα διασκεδάσω.Mi promesis amuziĝon. Υποσχέθηκα διασκέδαση.
➤ Η υπόσχεση αφορά το γεγονός της διασκέδασης, αλλά δεν ξέρουμε ποιος θα διασκεδάσει.
Μεταβατικά και Αμετάβατα ρήματα
Τα ρήματα στην Εσπεράντο διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες, σύμφωνα με το αν η ενέργεια μεταφέρεται σε αντικείμενο ή όχι:
Μεταβατικά ρήματα
Τα μεταβατικά (transitivaj) ρήματα δηλώνουν ενέργεια που μεταβιβάζεται σε αντικείμενο. Τα μεταβατικά ρήματα μπορούν να έχουν μόνο άμεσο αντικείμενο, ή άμεσο και έμμεσο:
Το άμεσο αντικείμενο συντάσσεται πάντα στην αιτιατική.
Το έμμεσο, αν υπάρχει, συντάσσεται χρησιμοποιώντας μια πρόθεση (al) την οποία ακολουθεί ονομαστική (αυτή η διάταξη αντιστοιχεί στην δοτική πτώση).
Παραδείγματα:
Mi fermas la pordon. Κλείνω την πόρτα.
Mi montras la domon al ŝi. Δείχνω το σπίτι σ' αυτήν.
Mi batas la pilkon. Χτυπώ την μπάλα.
Mi prenas la libron. Παίρνω το βιβλίο.
Mi donas al vi la libron. Σου δίνω το βιβλίο.
Mi trovas la solvon. Βρίσκω τη λύση.
Αμετάβατα ρήματα
Τα αμετάβατα (netransitivaj) ρήματα δηλώνουν κατάσταση ή ενέργεια χωρίς άμεσο αντικείμενο.
Παραδείγματα:
La pordo fermiĝas. Η πόρτα κλείνει (μόνη της / από μόνη της).
Ŝi estas lernantino. - Αυτή είναι μαθήτρια.
Nun okazas granda afero. Τώρα συμβαίνει κάτι μεγάλο.
Ekzistas nur unu Dio. Υπάρχει μόνο ένας Θεός.
Restis nur unu persono. - Έμεινε μόνο ένα άτομο.
Aperis nova eldono de la libro. - Κυκλοφόρησε νέα έκδοση του βιβλίου.
Mankas al ni mono. - Μας λείπουν λεφτά.
Ŝi fariĝis doktoro. - Αυτή έγινε γιατρός.
Στην Εσπεράντο, ένα ρήμα δεν μπορεί να ανήκει και στις δύο κατηγορίες. Διπλές χρήσεις, όπως σε κάποιες φυσικές γλώσσες όπως τα Ελληνικά, δεν επιτρέπονται.
Παρ' όλα αυτά, υπάρχει τρόπος να μετατρέψουμε ένα αμετάβατο ρήμα σε μεταβατικό (και αντιστρόφως) με τη χρήση συγκεκριμένων επιθημάτων (-ig, -iĝ), όπως θα δούμε παρακάτω.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει τρόπος να αναγνωρίσουμε από την κατάληξη αν ένα ρήμα είναι μεταβατικό ή όχι. Πρέπει να το μάθουμε από το λεξικό. Στα λεξικά οι λέξεις συνοδεύονται από τις συντομογραφίες:
tr. = transitiva (μεταβατικό)
ntr. = netransitiva (αμετάβατο)